Page 275 - Αντικρίζοντας την Ελευθερία!
P. 275

(ηπειρωτική χώρα βόρεια της Αττικής και βόρειο Αιγαίο), ποντιακή, καππαδοκική (στην κεντρική Μικρά Ασία), κατωιταλική (σε απομονωμένα χωριά της Απουλίας και της Καλαβρίας) – γεωγραφικές ποικιλίες αμοιβαία κατανοητές, ασφαλώς, αλλά με διαφορές σε επίπεδο γραμματικο-συντακτικό και κυρίως λεξιλογικό, ενίοτε σημαντικές, ειδικά μεταξύ διαλέκτων που χωρίζονταν από μεγάλη γεωγραφική απόσταση.11
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι δημώδεις αυτές παραλλαγές, με τις ποικίλες τοπικές και υπερτοπικές διαστρωματώσεις τους, δεν ήταν απομονωμένες από τις λόγιες γραπτές ποικιλίες, καθώς ήδη από τα βυζαντινά χρόνια είχε διαμορφωθεί στα μεγάλα κέντρα της αυτοκρατορίας (με πρώτο την Κωνσταντινούπολη) και στις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού μια κοινή ομιλούμενη γλώσσα, με επιδράσεις από τις διαλέκτους της περιοχής αλλά και από την αρχαΐζουσα γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείτο ευρύτατα στα εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα της Πελοποννήσου, ασκώντας επιρροή ακόμη και στις λαϊκές ποικιλίες, οι οποίες δεν ανέπτυξαν τους ριζοσπαστικούς νεωτερισμούς, ούτε διατήρησαν τους αρχαϊσμούς των πιο περιφερειακών περιοχών.12
ΟΙ ΜΕΤΑΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΩΝ
Η σύνθετη αυτή κοινωνιογλωσσική κατάσταση απασχόλησε έντονα τους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού,13 οδηγώντας σε διαφορετικές και πολλές φορές αντιτιθέμενες μεταγλωσσικές απόψεις αναφορικά με το ποια είναι η ενδεδειγμένη γλωσσική μορφή για τη σύνταξη ή/και τη μετάφραση εκείνων των εγχειριδίων που θα συνέβαλλαν στη διάδοση της παιδείας και τη συνακόλουθη αφύπνιση του Γένους. Καθώς προς τα τέλη του 18ου αιώνα, υπό το φως των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών της νεωτερικότητας, οι διανοούμενοι της διασποράς, εμπνευσμένοι από τα ιδεώδη του Διαφωτισμού και τα προτάγματα της Γαλλικής Επανάστασης, οραματίζονται τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, συντελούνται έντονες πνευματικές και ιδεολογικές ζυμώσεις, που δεν θα μπορούσαν να μην συμπεριλάβουν και την περί τη γλώσσα διαμάχη.14
Οι προτάσεις κυμαίνονταν από την ανόρθωση της Αρχαίας Ελληνικής και τον αρχαϊσμό (με εκπροσώπους τον Ευγένιο Βούλγαρη, τον Νεόφυτο Δούκα, τον Στέφανο Κομμητά κ.ά.) μέχρι την επικράτηση της απλής, φυσικής γλώσσας (με υποστηρικτές όπως ο Ιώσηπος Μοισιόδακας, ο Δημήτριος Καταρτζής, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, ο Δανιήλ Φιλιππίδης, ο Αθανάσιος Ψαλίδας, ο Ιωάννης Βηλαράς, ο Αθανάσιος Χριστόπουλος κ.ά.).15
Μεταξύ των υποστηρικτών της αρχαΐζουσας, τα κύρια επιχειρήματα εστιάζονται στην ανεπάρκεια της καθημερινής γλώσσας να αποδώσει τον εννοιολογικό πλούτο των πνευματικών επιτευγμάτων του Διαφωτισμού. Χαρακτηριστικά, ο Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806) θεωρούσε αδιανόητη τη χρήση της «χυδαίας» ομιλουμένης γλώσσας σε κειμενικά είδη όπως ο φιλοσοφικός λόγος. Στον πρόλογο της έκδοσης του έργου Λογική εκ παλαιών τε και νεωτέρων συνερανισθείσα (1766) δήλωνε κατηγορηματικά: «εκσυρικτέον άρα τα χυδαϊστί φιλοσοφείν επαγγελλόμενα βιβλιδάρια». Επίσης, η πρόσμειξη των προφορικών ποικιλιών με δάνειες λέξεις συνιστούσε για τους αρχαϊστές «νόθευση» και «αλλοίωση»: λ.χ., ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731- 1800), στον πρόλογο του θεολογικού του έργου Κυριακοδρόμιον (Μόσχα 1796), εξέθεσε την προτίμησή του προς μια γλωσσική μορφή απαλλαγμένη από ξενισμούς και λέξεις του αμόρφωτου λαού, που την ονόμασε «καθαρεύουσα», εισάγοντας έτσι έναν όρο που έμελλε να σφραγίσει τα νεοελληνικά γλωσσικά πράγματα.16 Η παραπάνω επιχειρηματολογία φέρει ξεκάθαρες ταυτοτικές επενδύσεις, καθώς αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι η σύνδεση με το αρχαιοελληνικό (και γλωσσικό) παρελθόν, που έχαιρε θαυμασμού στην Ευρώπη, αποτελούσε μοναδική και αυτονόητη επιλογή.
Αντίθετα, στη χορεία των θιασωτών της ομιλουμένης εντάσσονται λόγιοι που θεματοποιούν την ανάγκη για μια εκσυγχρονισμένη γλώσσα, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο διάδοσης των διαφωτιστικών ιδεών. Ενδεικτικά παραθέτουμε τις σχετικές απόψεις του Δημητρίου Καταρτζή (περ. 1730-1807), ο οποίος στα δοκιμιακά του κείμενα κάνει λόγο για τη γλωσσική «έξη» του φυσικού ομιλητή: «Η γλώσσα εφευρέθηκε για να κοινολογούμε τις ιδέες μας αναμεταξύ μας και για να καταλαβαίνουμε μ’ ευκολία ένας τον άλλον·
11. Βλ. Χόρροκς 2006: 546-547.
12 . Βλ. Horrocks 2006: 548.
13. Βλ. ενδεικτικά Κιτρομηλίδης 2007.
14. Βλ. Φραγκουδάκη 2001: 17, πβ. Χόρροκς 2006: 588-589.
15. Βλ. Διατσέντος 2007.
16. Βλ. Χριστοδούλου 1999: 225.
To γλωσσικό αποτύπωμα της Εθνικής Παλιγγενεσίας 275
 




















































































   273   274   275   276   277